Βλαδιβοστόκ

Βλαδιβοστόκ
(Vladivostok).Πόλη (597.000 κάτ. το 2002) και λιμάνι της νοτιοανατολικής Ρωσίας, πρωτεύουσα του Παράκτιου Διαμερίσματος (Primorskiy Kray, 165.900 τ. χλμ., 2.174.400 κάτ.) της ομόσπονδης περιοχής της ρωσικής Άπω Ανατολής, το οποίο επεκτείνεται σε μεγάλο μήκος των ακτών της Ιαπωνικής θάλασσας, στον Ειρηνικό ωκεανό. Η πόλη είναι χτισμένη στη χερσόνησο Μουράβιεφ-Αμούρσκι, που προωθείται στον κόλπο του Μεγάλου Πέτρου, μεταξύ των χερσονήσων του Αμούρ και του Χρυσού Κέρατος. Εκεί είναι και το τέρμα του Υπερσιβηρικού σιδηροδρόμου, που φτάνει στην πόλη από το βιομηχανικό κέντρο του Ουσουρίσκ (πρώην Βοροσίλoφ). Η πρώτη εγκατάσταση των Ρώσων στην περιοχή ανάγεται στο 1860. Το Β. συγκροτήθηκε σε πόλη το 1880 και από τότε αναπτύχθηκε σύντομα, αρχικά ως αλιευτικό λιμάνι και αργότερα ως εμπορικό κέντρο, κυρίως μετά την κατασκευή του Υπερσιβηρικού το 1890. Στο τέλος του 19ου αι. αριθμούσε 30.000 κατοίκους, κυρίως Κινέζους και Κορεάτες. Η ανάπτυξή του υπήρξε ραγδαία μετά το 1905, όταν οι Ρώσοι έχασαν το Πορτ-Άρθουρ, με τη διεύρυνση του λιμανιού για να μπορεί να ναυλοχεί ο ρωσικός στόλος του Ειρηνικού και με την εγκατάσταση πολλών βιομηχανιών. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, το λιμάνι σταμάτησε να εξυπηρετεί εμπορικά πλοία δυτικών χωρών, αλλά από το 1990 ανέκτησε τη διεθνή εμπορική του σημασία, ως πύλη προς την ηπειρωτική Ρωσία. Σήμερα, το Β. είναι ο σημαντικότερος ρωσικός ναύσταθμος και εμπορικό λιμάνι του Ειρηνικού, ανοιχτός στο εμπόριο όλες τις εποχέςτου έτους. Είναι επίσης βιομηχανικό κέντρο (με ναυπηγεία, κονσερβοποιεία, βιομηχανίες ξύλου κ.ά.), αλλά και μορφωτικό, με πολυτεχνείο, ινστιτούτο αλιείας και ωκεανογραφίας του Ειρηνικού, καθώς και ναυτική ακαδημία. Νυχτερινή άποψη της ρωσικής πόλης Βλαδιβοστόκ. Φωτογραφία της ευρύτερης περιοχής του Βλαδιβοστόκ από δορυφόρο της ΝΑΣΑ, τον Νοέμβριο του 1985, από ύψος 338 χλμ. Το λιμάνι της πόλης είναι το σημαντικότερο της Ρωσίας στον Ειρηνικό ωκεανό, στο ανατολικό άκρο της Σιβηρίας (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ταμ, Ιγκόρ Ευγκένιεβιτς — (Βλαδιβοστόκ 1895 – Μόσχα 1971). Ρώσος θεωρητικός φυσικός. Καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μόσχας από το 1924 έως το 1941, το 1933 έγινε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της πρώην ΕΣΣΔ και το επόμενο έτος ερευνητής στο Ινστιτούτο… …   Dictionary of Greek

  • Υπερσιβηρικός σιδηρόδρομος — Η μεγαλύτερη σιδηροδρομική αρτηρία του κόσμου (9.337 χλμ.) που συνδέει τη Μόσχα με το Βλαδιβοστόκ, το μεγαλύτερο ρώσικο λιμάνι στον Ειρηνικό, διασχίζοντας τη Σιβηρία. Kάνοντας χρήση του ηλεκτρισμού στο μεγαλύτερο τμήμα του, ο Υ. αρθρώνεται αρχικά …   Dictionary of Greek

  • επανάσταση — Η ριζική μεταβολή μιας ορισμένης τάξης πολιτικών και κοινωνικών πραγμάτων, η οποία, σε γενικές γραμμές, βασίζεται στην υποτιθέμενη ή στην πραγματική θέληση των λαϊκών μαζών και πραγματώνεται οργανωμένα και συνειδητά με μια ενέργεια περισσότερο ή… …   Dictionary of Greek

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • Γιούζνο-Σαχαλίνσκ — (Juzno Sahalinsk). Πόλη (179.500 κάτ. το 2002) της άπω ανατολικής Ρωσίας, στο νησί της Σαχαλίνης που βρίσκεται στον Ειρηνικό ωκεανό. H Γ. Σ. διαθέτει ξυλουργικά εργοστάσια και βιομηχανίες άνθρακα και επεξεργασίας αλιευτικών προϊόντων. Η πόλη, που …   Dictionary of Greek

  • Ειρηνικός ωκεανός — (αγγλ. Pacific Ocean). Θαλάσσια έκταση (166.000.000 τ. χλμ, 180 εκατ. τ. χλμ. μαζί με τις εσωτερικές συνεχόμενες θάλασσες) που εκτείνεται από τις αρκτικές έως τις ανταρκτικές περιοχές. Είναι ο μεγαλύτερος σε βάθος και έκταση ωκεανός της υδρογείου …   Dictionary of Greek

  • Κομσομόλσκ-να-Αμούρε — (Komsomolsk na Amure). Πόλη (284.100 κάτ. το 2003) της Ρωσίας στην Άπω Ανατολή, που υπάγεται διοικητικά στο Χαμπαρόφσκ. Όπως φαίνεται από την ονομασία της (= Κομσομόλσκ επί του Αμούρ) βρίσκεται στον ποταμό Αμούρ (βλ. λ.). Ιδρύθηκε το 1932 και… …   Dictionary of Greek

  • Μάντελσταμ, Όσιπ Εμίλιεβιτς — (Osip Emilievich Madelstam, Βαρσοβία 1891 – Βλαδιβοστόκ 1938). Ρώσος ποιητής εβραϊκής. Ήταν γιος ενός ευκατάστατου εμπόρου δερμάτινων ειδών και μιας δασκάλας πιάνου. Αφού διδάχθηκε κατ’ οίκον κατά την παιδική του ηλικία, ο Μ. φοίτησε στο ονομαστό …   Dictionary of Greek

  • Παυλάντης, Χαράλαμπος — (1866 – 1928). Λόγιος που καταγόταν από τον Πόντο. Πολυταξιδεμένος, επισκέφτηκε τον Καύκασο, τη Σιβηρία μέχρι το Βλαδιβοστόκ, την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη και άλλες χώρες. Διετέλεσε ανταποκριτής της αθηναϊκής εφημερίδας Ακρόπολις. Έφερε επίσης… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”